Ο Όσιος Δαυίδ γεννήθηκε στη Γαρδενίτσα του Νομού Φθιώτιδας, πιθανότατα το τελευταίο τέταρτο του 15ου αιώνα (περί το 1490) και έζησε περίπου ως το πρώτο μισό του 16ου αιώνα.
Διετέλεσε ηγούμενος της Ιεράς Μονής Παναγίας Βαρνάκοβας, το χρονικό διάστημα από το 1520 έως το 1532, και κατόπιν μετέβη στη Βόρεια Εύβοια, στις Ροβιές του σημερινού Δήμου Ελυμνίων. Εκεί ίδρυσε μοναστήρι, το οποίο απέκτησε φήμη και, πλέον, φέρει το όνομά του. Υπήρξε ένας από τους φωτισμένους διδάσκαλους του Γένους, προσφέροντας πολλά στην παιδεία των υποδουλωμένων Ελλήνων, αλλά και Άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας, στον οποίο αποδίδεται πλήθος θαυμάτων.
Αναφέρεται ότι σε ηλικία τριών ετών είδε σε όραμα τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο, ο οποίος τον παρότρυνε να τον ακολουθήσει.
Σε ηλικία δεκαπέντε ετών έφυγε από την πατρίδα του για να υπηρετήσει σε μοναστήρι στη Μαγνησία, μαζί με τον ιερομόναχο Ακάκιο, όπου παρέμεινε για πέντε χρόνια. Στη συνέχεια, οι Δαυίδ και Ακάκιος εγκατέλειψαν το συγκεκριμένο μοναστήρι για να μεταβούν στο μοναστήρι του Κομνηνείου, στην περιοχή της Όσσας, όπου ο Όσιος δέχτηκε το αξίωμα της διακονίας.
Όχι πολύ καιρό μετά, ο Ακάκιος και ο Όσιος επισκέφτηκαν το Άγιο Όρος, τη Λαύρα του Οσίου Αθανασίου του Αθωνίτου, προκειμένου να προσκυνήσουν τα ιερά κοινόβια. Κατόπιν, ο Όσιος Δαβίδ ακολούθησε τον Ακάκιο, ο οποίος είχε χειροτονηθεί Αρχιερέας της «Αγιοτάτης Μητροπόλεως Ναυπάκτου και Άρτης», στην επισκοπή του, όπου σύντομα τον χειροτόνησε Ιερέα και Λειτουργό των Αγίων του Θεού Μυστηρίων.
Μετά τη θητεία του ως ηγούμενου στη Μονή Παναγίας Βαρνάκοβας, στο Ευπάλιο Φωκίδας (1520-1532), μετέβη στο όρος Στείρι, ανάμεσα στον Ελικώνα και τον Παρνασσό, όπου ίδρυσε ένα νέο, μικρό μοναστήρι. Κάποια στιγμή, όμως, κατηγορήθηκε ότι αποτέλεσε την αιτία φυγής μερικών σκλάβων κάποιου Αγαρηνού άρχοντα της Λιβαδειάς, και για τον λόγο αυτό συνελήφθη, βασανίστηκε και φυλακίστηκε. Όταν, όμως, ελευθερώθηκε δεν επέστρεψε στο Στείρι αλλά, στην αναζήτησή του για έναν τόπο όπου θα μπορούσε να ασκητέψει, βρέθηκε στην Εύβοια. Εγκαταστάθηκε εκεί που σήμερα βρίσκεται το προς τιμήν του αφιερωμένο μοναστήρι, όπου, τότε, υπήρχε ένα ερειπωμένο εκκλησάκι της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Χριστού, πάνω από τις Ροβιές Ευβοίας.
Καθώς η φήμη του Οσίου εξαπλώνονταν, όλο και περισσότεροι Χριστιανοί προσέτρεχαν κοντά του για να τον επισκεφτούν και να τον γνωρίσουν, με συνέπεια να προκύψει έντονη η ανάγκη να κτισθεί στον τόπο εκείνο ένα μοναστήρι. Ως εκ τούτου, ο Όσιος έφυγε προσωρινά από το μέρος, προκειμένου να διενεργήσει εράνους μεταξύ των διαφόρων χριστιανικών κοινοτήτων (έφτασε μέχρι τη Ρωσία) ώστε να καταφέρει να συγκεντρώσει τα απαραίτητα χρήματα για την ανέγερση του μοναστηριού. Κάτι που τελικά κατάφερε λίγα χρόνια αργότερα, με το νεοαναγερθέν μοναστήρι να αφιερώνεται στη δόξα της Μεταμορφώσεως του Δέσποτα Χριστού. Ο Όσιος παρέμεινε εκεί μέχρι την κοίμησή του, σε προχωρημένη ηλικία.
Η μνήμη του Οσίου Δαυίδ τιμάται κάθε χρόνο την 1η Νοεμβρίου.